Μία απίστευτη ιστορία επιβίωσης βίωσε ο 44χρονος Romualdo Macedo Rodrigues από τη Βραζιλία όταν, το σκάφος στο οποίο βρισκόταν άρχισε να βυθίζεται. Δεν είχε σωσίβια λέμβο και σε μια κίνηση απελπισίας αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον καταψύκτη που είχε μαζί του. Σε πολύ δύσκολες συνθήκες κατάφερε να επιβιώσει έντεκα ολόκληρες μέρες.
Όταν ο Rodrigues αποφάσισε να πάει για ψάρεμα τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα επακολουθούσε. Το 23 μέτρων ξύλινο σκάφος ήταν κατάλληλο για τις συνθήκες του ταξιδιού. Όμως μέσα στο πέλαγος ξαφνικά άρχισε να γεμίζει με νερό. Όσο και αν προσπάθησε ήταν αδύνατο να αδειάσει τα νερά που εισέρχονταν στο πλεούμενο.
Ο Rodrigues άρχισε να απελπίζεται καθώς δεν είχε και σωσίβια λέμβο για να σωθεί. Λίγο πριν την οριστική βύθιση της βάρκας βλέποντας τον καταψύκτη να επιπλέει πήδηξε μέσα χωρίς δεύτερη σκέψη.
«Νόμιζα ότι ήρθε το τέλος μου» είπε πιστεύοντας ότι ο καταψύκτης σύντομα θα ανατραπεί και θα βρεθεί στην θάλασσα. Δεν ήξερε κολύμπι και αν έπεφτε στην θάλασσα ήταν σίγουρο ότι θα πνιγόταν. Όμως ο καταψύκτης παρά τα κύματα ήταν σταθερός και δεν έγερνε προς την μια ή την άλλη πλευρά.
Την επόμενη μέρα μια αγέλη από καρχαρίες άρχισαν να τον περιτριγυρίζουν. Ο Rodrigues πανικοβλήθηκε μήπως οι καρχαρίες ανατρέψουν τον καταψύκτη. Η αγωνία του πήρε τέλος την επόμενη μέρα όταν οι καρχαρίες απομακρύνθηκαν.
Οι μέρες περνούσαν αλλά τροφή και νερό δεν υπήρχε. Η αφυδάτωση ξεκίνησε να τον βασανίζει. «Σκεφτόμουν τα παιδιά μου, τη γυναίκα μου και τους γονείς μου. Αυτές οι σκέψεις μου έδιναν δύναμη και ελπίδα».
Την ενδέκατη ημέρα ένα σκάφος πλησίασε προς το μέρος του. Μόλις το είδε άρχισε να φωνάζει με όση δύναμη του απόμεινε. Αυτοί τον άκουσαν και τον ανέβασαν στο σκάφος τους. Το πρώτο πράγμα που ζήτησε απελπισμένα ήταν το νερό.
Η ταλαιπωρία του δεν τελείωσε με τη διάσωσή του καθώς η αστυνομία του Σουρινάμ τον φυλάκισε για δύο εβδομάδες, καθώς δεν είχε τα κατάλληλα έγγραφα. Τελικά αφέθηκε ελεύθερος και επέστρεψε στη Βραζιλία.






Info