Αυτό που ξεκίνησε ως μια απλή πεζοπορία σε ένα από τα φαράγγια της νοτιοανατολικής της Γιούτα εξελίχθηκε σε μια δοκιμασία 127 ωρών που ανάγκασε έναν Αμερικανό ορειβάτη να ακρωτηριάσει το ίδιο του το χέρι. Η περίπτωση του Άρον Ράλστον είναι μια από εκείνες τις στιγμές που ο άνθρωπος βρίσκετε αντιμέτωπος με την πιο δύσκολη απόφαση της ζωής του.
Ο Ράλστον μεγάλωσε στα προάστια της Ινδιανάπολης ήταν ένας λαμπρός φοιτητής που μετά το πανεπιστήμιο θα εργαστεί στην Intel. Η αγάπη του για την ορειβασία ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να πάρει τελικά την απόφαση να μετακομίσει στο Άσπεν του Κολοράντο. Εκεί θα μπορούσε να πραγματοποιήσει το όνειρο του και να γίνει ο πρώτος που θα κατάφερνε να αναρριχηθεί και στα 55 βουνά της πολιτείας.
Ένα Σάββατο του Απριλίου του 2003, χωρίς να ενημερώσει κανέναν ετοίμασε τον αναρριχητικό εξοπλισμό του μαζί με ένα παγούρι με νερό, το σακίδιο του και ένα πολυεργαλείο τσέπης και ξεκίνησε να εξερευνήσει το φαράγγι Blue John. Αφού φόρτωσε το ποδήλατό του στο πίσω μέρος του φορτηγού και μετά από οδήγηση πέντε ωρών θα φθάσει τελικά στον προορισμό του.
Ο Ράλστον σχεδίαζε να προχωρήσει για όσο μπορούσε με το ποδήλατο του και αργότερα θα συνέχιζε πεζός ίσως και με λίγη αναρρίχηση αν ήταν απαραίτητο. Κουβαλούσε μαζί του μόλις ένα λίτρο νερό. Άλλωστε θα επέστρεφε πριν βραδιάσει.
Η αναρρίχηση στο στενό φαράγγι απαιτούσε εμπειρία και γνώσεις ορειβασίας, κάτι που διέθετε ο Ράλστον. Όλα εξελίσσονταν ομαλά ώσπου ένα γλίστρημα τον παρέσυρε προς την βάση του φαραγγιού. Κατά την διάρκεια της πτώσης ένας μεγάλος βράχος ξεκόλλησε και έπεσε συνθλίβοντας το δεξί του χέρι. Ο Ράλστον αφού συνήλθε από το σοκ διαπίστωσε ότι βρισκόταν πλέον εγκλωβισμένος ανάμεσα σε δυο βράχους. Αν δεν απομάκρυνε τον βράχο που είχε μπλοκάρει το δεξί του χέρι δεν είχε καμία ελπίδα σωτηρίας.
Άρχισε λοιπόν μια αγωνιώδεις προσπάθεια να απελευθερωθεί, κάτι που ήταν πολύ δύσκολο καθώς μπορούσε να χρησιμοποιήσει μόνο το ένα χέρι. Δοκίμασε ότι μπορούσε να φανταστεί, ακόμη και μια αυτοσχέδια τροχαλία που όμως δεν κατέστη δυνατό να τον βοηθήσει. Την ημέρα η ζωή στο στενό φαράγγι έμοιαζε να είναι έως και ειδυλλιακή καθώς το φως του ηλίου έλουζε τα βράχια, όμως την νύχτα η κατάσταση άλλαζε δραματικά καθώς η θερμοκρασία έπεφτε κατακόρυφα καθιστώντας το ένα ιδιαίτερα αφιλόξενο μέρος. Η αγωνιώδεις προσπάθειες του συνεχίστηκαν για πέντε ολόκληρα εικοσιτετράωρα.
Οι δυνάμεις του άρχισαν πλέον να τον εγκαταλείπουν και ο χρόνος λειτουργούσε αντίστροφα. Η μόνη ελπίδα σωτηρίας που είχε ήταν να αποκόψει το δεξί του χέρι για να μπορέσει να απελευθερωθεί. Ήταν μια απόφαση που δυσκολεύτηκε πολύ να λάβει. Με την βοήθεια του πολυεργαλείου που κουβαλούσε, και της μικρής λάμας που αυτό διέθετε, ξεκίνησε μια επώδυνη διαδικασία που έμοιαζε να μην τελειώνει ποτέ, μετά από πολύ πόνο και υποφέροντας απίστευτα κατάφερε τελικά να κόψει το σφηνωμένο χέρι.
Μετά την απελευθέρωση αναρριχήθηκε με δυσκολία στο φαράγγι και θα έπρεπε να περπατήσει 13 χιλιόμετρα μέχρι το όχημά του. Ωστόσο, συνάντησε μια ομάδα Ολλανδών εκδρομέων οι οποίοι του έδωσαν φαγητό και νερό και έσπευσαν να ειδοποιήσουν τις αρχές.
Εν τω μεταξύ, στην ευρύτερη περιοχή ήδη είχε ξεκινήσει έρευνα από διασώστες που είχαν ειδοποιηθεί από την οικογένειά του Ράλστον, οι οποίοι είχαν όμως εστιάσει την αναζήτηση τους σε άλλη περιοχή του φαραγγιού μακριά από το πραγματικό σημείο του ατυχήματος. Ο Ράλστον, τέσσερις ώρες μετά τον ακρωτηριασμό του χεριού του βρίσκονταν πλέον σε νοσοκομείο.
Δέκα μήνες μετά το ατύχημα αφού έβαλε πρόσθετο μέλος επέστρεψε στο φαράγγι όπου με την βοήθεια μιας ομάδας δεκατεσσάρων άνθρωπος απεγκλώβισε το παγιδευμένο μέλος το οποίο αποτέφρωσε για να ξορκίσει το κακό. Η περιπέτεια του Ράλστον υπήρξε η αφορμή για την δημιουργία του φιλμ 127 Hours με πρωταγωνιστή τον Τζέιμς Φράνκο.
Παρά το ατύχημα, ο Ράλστον συνεχίζει ακόμα και σήμερα να ανεβαίνει συχνά στα βουνά, συμμετέχοντας σε ορειβατικές αποστολές.
Info